«Ο Γιάννος και η Μάρω» - Ηπειρώτικο Δημοτικό Τραγούδι


 Κάθετ’ η Μάρω, κάθεται στου Γιάννου το κρεβάτι,
κρατεί γυαλί στα χέρια της, τα κάλλη της γυαλίζει.
- Για πες μου, κάλλη μ’ όμορφα, και στήθι μου γραμμένο,
τάχα του Γιάννου να είστε ‘σείς, τάχα του Κωσταντίνου;
Κι ο Κωσταντίνος, διάβαινε, παίζοντας το τζυβούρι,
παίζοντας και διαβαίνοντας και ψιλοτραγουδώντας.
- Σκιάζομαι, Μάρω μ’ σκιάζομαι, το Γιάννο τον φοβούμαι.
- Ο Γιάννος πάει στα βουνά να ‘λαφοκυνηγήσει.
Γιάτος κι ο Γιάννος πόφτασε στους κάμπους καβαλάρης.
- Άνοιξε, Μάρω μ’ άνοιξε, να πάρεις το κυνήγι,
να ιδείς τα ‘λάφια ζωντανά, τ’ αρκούδια ‘μερωμένα,
κ’ ένα μικρό λαφόπουλο να παίζ’ η αφεντιά σου.
- Δεμ μπορώ, Γιάννο μ’ δεν μπορώ, δεν ημπορώ ν’ ανοίξω,
σύρε, Γιάννο μ’ στη μάνα σου, σύρε στην αδερφή σου.
Βιτσιά δίνει τ’ αλόγου του, στη μάνα του πηγαίνει.
- Άνοιξε, μάνα μ’ άνοιξε, να πάρεις το κυνήγι,
να ιδείς τα ‘λάφια ζωντανά, τ’ αρκούδια ‘μερωμένα,
κ’ ένα μικρό λαφόπουλο να παίζ’ η αδερφή μου.
- Σύρε, Γιάννο μ’ στη Μάρω σου ναδώσεις το κυνήγι.
- Μάνα μ’ η Μάρω δεν μπορεί, δεν ημπορεί ν’ ανοίξει.
- Γιάννο μ’ η Μάρω είν’ καλά κ’ έχει τον Κωσταντίνο,
από τα χτες οπόφυγες και παίζει και γελάει.
Βιτσιά δίνει του μαύρου του, στο σπίτι του παγαίνει,
κλοτσιά δίνει της πόρτας του και μες στο σπίτι μπήκε,
η αγάπη τον εστράβωσε, την Μάρω την σκοτώνει,
και το κεφάλι τ(η)ς έκοψε και στο ντρουβά το βάνει.
Κι από την αγάπη την πολλή στο μύλο την πηγαίνει.
- Άλεσε, μύλο μ’ άλεσε, της Μάρως το κεφάλι,
κάμε τ’ αλεύρι κόκκινο και τημ πασπάλη μαύρη.

Πηγή: Αρχείο Πολυφωνικού Τραγουδιού

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΧΑΟΣ (ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ)

Η μεγαλύτερη πράξη της εξέγερσης... είναι η δημιουργία.

Ιλιάς - Το αίμα αυτό, καυχώμαι εγώ πως έχω.