Ένας ήρως με παντούφλες.



Το Ένας ήρως με παντούφλες είναι ελληνική, κωμική, δραματική, σατιρική, κινηματογραφική ταινία του 1958, σε σκηνοθεσία και σενάριο Αλέκου Σακελλάριου και παραγωγής Ανζερβός. Πρωταγωνιστούν οι Βασίλης Λογοθετίδης, Ίλια Λιβυκού και Νίτσα Τσαγανέα.

Η ταινία αφηγείται τη ζωή ενός ένδοξου στρατηγού (Βασίλης Λογοθετίδης), που παρά τους αγώνες και τις θυσίες του, στο έθνος, ζει φτωχικά με την οικογένειά του. Το κυρίως μέρος της ταινίας εξιστορεί ότι μετά από τόσους αγώνες, τελικά το έθνος τον επαινεί, αφιερώνοντάς του, ένα άγαλμα στην πλατεία, που βρίσκεται έξω από το σπίτι του.


Η ταινία ξεκινάει με τον στρατηγό να παρακολουθεί μία παρτίδα σκάκι σε ένα καφενείο. Από τα πρώτα λεπτά της ταινίας, δείχνει πόσο αξιοσέβαστος είναι για τους πολίτες ο στρατηγός. Η σκληρή πραγματικότητα κάνει την εμφάνισή της, ακριβώς στην επόμενη σκηνή, όταν η γυναίκα του στρατηγού(Νίτσα Τσαγανέα), καλεί τον παλιατζή να ανέβει σπίτι της. Με κάθε τρόπο γίνεται γνωστό το ένδοξο παρελθόν του στρατηγού, τονίζοντας αυτή τη φορά τα παράσημά του. Η πραγματικότητα, όμως, επανέρχεται όταν η γυναίκα του δίνει στον παλιατζή τη στολή του, το ξίφος του και άλλα στρατιωτικά, μέχρι που ο στρατηγός φτάνει στο σπίτι και το αποτρέπει. Μετά από μία συζήτηση διαρκείας με τη γυναίκα του, η ταινία μας αφηγείται την περηφάνια του στρατηγού, καθώς και τα στρατιωτικά κατορθώματά του, σε αντίθεση με τη γυναίκα του, που σκέφτεται πιο πρακτικά, χωρίς να δείχνει τον ίδιο ενθουσιασμό με τον στρατηγό, του οποίου η σύνταξη είναι ελάχιστη. Κατόπιν η ιστορία οδηγείται και στην κόρη του στρατηγού (Ίλυα Λιβυκού), της οποίας ο αρραβωνιαστικός (Βύρων Πάλλης) θέλει να ξενιτευτεί για να μπορέσει να τα βγάλει πέρα. Και τα προλογικά τελειώνουν, αφότου ο στρατηγός, μάθει από τον ξάδελφό του, έναν εύπορο άνθρωπο, ότι θα τους επισκεφτεί.


Ο εξάδελφος του στρατηγού (Λαυρέντης Διανέλλος) του αποκαλύπτει πως το έθνος θα τον τιμήσει, μετονομάζοντας την πλατεία έξω από το σπίτι του, ως την Πλατεία Στρατηγού Λάμπρου Δεκαβάλα, τοποθετώντας και ένα άγαλμα στο κέντρο της, του στρατηγού. Η περηφάνια και η ηθική ικανοποίηση του στρατηγού είναι απεριόριστη. Στην πραγματικότητα όμως, ο ξάδελφος είχε άλλους σκοπούς: Ήθελε να εγκριθεί χρηματοδότηση για την κατασκευή αγάλματος του Ήρωα Δεκαβάλα, ώστε να μπορεί, σε συνεργασία με τον Σταμούλη, τον ιδιαίτερο του Υπουργού, να καταχραστούν χρήματα από τη χρηματοδότηση. Στη συνέχεια φτάνει η ώρα της παρουσίασης του αγάλματος με την παρουσία Υπουργού. Στην ανάκρουση του Εθνικού Ύμνου, ο στρατηγός συγκινείται. Την ίδια στιγμή, όμως, η κόρη του στρατηγού μαθαίνει ότι ο αρραβωνιαστικός της είναι άπιστος και προικοθήρας. Μετά την παρουσίαση γίνεται τραπέζι στην οικία του στρατηγού, στο οποίο τελικά καταλήγουν μόνο ο στρατηγός και ο γλύπτης του αγάλματος.

Συζητώντας με το γλύπτη, ο στρατηγός μαθαίνει το ποιον του Απόστολου, του ξαδέλφου του, ο οποίος έδωσε 5 χιλιάδες δραχμές στον γλύπτη ενώ τον έβαλε να υπογράψει για 20 χιλιάδες. Η δραματικότητα αμβλύνεται όταν η κόρη του παθαίνει σοκ μετά από την τελευταία συνάντηση με τον αρραβωνιαστικό της. Ο στρατηγός βάζει τα πράγματα στη θέση τους: λέει στον ξάδελφο του ότι δε θέλει καμία βοήθεια με ό,τι έχει συμβεί στην κόρη του και κατόπιν τον διώχνει κακήν κακώς. Το ίδιο πράττει με τον Κώστα, τον πρώην αρραβωνιαστικό, που ήρθε να απολογηθεί. Στη συνέχεια διώχνει τις δύο γυναίκες που ήρθαν να πάρουν το σπαθί του το οποίο είχε κανονίσει ο ίδιος να δώσει σε Μουσείο, αλλά άλλαξε γνώμη όταν έμαθε γιατί τον "τίμησε" το έθνος. Η ταινία τελειώνει με το στρατηγό να μιλάει στο άγαλμά του και ζητώντας του έναν προβολέα, αφού στο σπίτι τους έχουν κόψει το ρεύμα.

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΧΑΟΣ (ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ)

Η μεγαλύτερη πράξη της εξέγερσης... είναι η δημιουργία.

Ιλιάς - Το αίμα αυτό, καυχώμαι εγώ πως έχω.